-
1 τηλεθαω
(только part. τηλεθάων и τηλεθόων) пышно разрастаться, цвести, быть в расцвете(ὕλη τηλεθόωσα Hom.; κισσὸς ἄνθεσι τηλεθάων HH.)
χαίτη τηλεθόωσα Hom. — пышные кудри;παῖδες τηλεθάοντες Hom. — цветущие дети -
2 τηλεθάω
τηλεθάω, lengthd. for θάλλω (cf. τέθηλα, θηλέω, θαλέθω), used only in [tense] pres., and (exc. in Theoc.Ep.4.6, and late [dialect] Ep., as D.P. 836) only in part.,A luxuriant, flourishing,ὕλη τηλεθόωσα Il.6.148
;ἔρνος τηλεθάον 17.55
;ἐλαῖαι τηλεθόωσαι Od.11.590
;δένδρεα τηλεθόωντα 7.114
: metaph., παῖδες τηλεθάοντες blooming sons, Il.22. 423; χαίτη τηλεθόωσα luxuriant hair, 23.142;ἄστεα τηλεθάοντα Emp. 112.7
: c. dat., κισσὸς ἄνθεσι τ. blooming with flowers, h.Hom.7.41.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τηλεθάω
См. также в других словарях:
τηλεθάω — Α 1. (για δένδρα και φυτά) θάλλω, ακμάζω, είμαι γεμάτος φύλλα, άνθη ή καρπούς (α. «ὕλη τηλεθόωσα», Ομ. Ιλ. β. «ἐλαῑαι τηλεθόωσαι», Ομ. Οδ. γ. «κισσὸς ἄνθεσι τηλεθάων», Ομ. Ιλ.) 2. μτφ. α) ακμαίος, γεμάτος ζωντάνια («παῑδας...τηλεθάοντας», Ομ.… … Dictionary of Greek